Οι παραδοσιακές αγορές παραμένουν το «ισχυρό χαρτί» – Προπύργια Ιταλία, Γερμανία και Κύπρος – Δυναμική
επανεμφάνιση της Τουρκίας, ραγδαία άνοδος της Γαλλίας – Μπροστά σε νέες προκλήσεις οι Έλληνες εξαγωγείς –
Ο πόλεμος στην Ουκρανία δημιουργεί νέα δεδομένα.
Με τις παραδοσιακές αγορές της Ευρώπης, οι οποίες αποτελούν διαχρονικά το «ισχυρό χαρτί»mνα δίνουν τον τόνο και το 2021, οι ελληνικές εξαγωγές κατάφεραν να παρουσιάσουν για ακόμη
μία χρονιά ισχυρή ανάπτυξη, πετυχαίνοντας και πάλι νέο ρεκόρ.
Πρόκειται για μια άκρως ενθαρρυντική εξέλιξη, η οποία αποτυπώνει την προσπάθεια που καταβάλλει σύσσωμος ο εξαγωγικός κόσμος να μεγαλώσει τη διείσδυσή του στο εξωτερικό. Το επίτευγμα αποκτά ακόμη μεγαλύτερη αξία, γιατί κατέστη εφικτό κάτω από τις αντίξοες συνθήκες, που δημιούργησαν στο παγκόσμιο εμπόριο οι περιορισμοί που επιβλήθηκαν για την ανάσχεση της πανδημίας του κορονοϊού.Ειδικότερα, σύμφωνα με την ανάλυση του Πανελληνίου Συνδέσμου Εξαγωγέων και του Κέντρου Εξαγωγικών Ερευνών και Μελετών (ΚΕΕΜ) επί των προσωρινών στοιχείων της ΕΛ-ΣΤΑΤ, οι εξαγωγές κατά το 2021,συμπεριλαμβανομένων των πετρελαιοειδών, αυξήθηκαν κατά 8,89 δισ. ευρώ ή κατά 29,2% και ανήλθαν σε 39,3 δισ. ευρώ από 30,42δισ.ευρώ το 2020.
Πιο συγκεκριμένα, το 2021 ξεχωρίζει η άνοδος της Τουρκίας στην 4η θέση, των Η.Π.Α. στην 7η θέση και της Ρουμανίας στην 8η θέση της λίστας των σημαντικότερων προορισμών προς τους οποίους κατευθύνονται τα ελληνικά προϊόντα στο εξωτερικό.
Αναλυτικότερα,σύμφωνα με την ανάλυση του Πανελληνίου Συνδέσμου Εξαγωγέων και του Κέντρου Εξαγωγικών Ερευνών και Μελετών (ΚΕΕΜ), η Ιταλία εξακολουθεί και κατά το 2021 (για
11η συνεχή χρονιά) να αποτελεί τον σημαντικότερο προορισμό των ελληνικών εξαγωγών, ενώ στη δεύτερη θέση παραμένει η Γερμανία, όπως και κατά το 2020. Ακολουθούν η Κύπρος, στην ίδια θέση με πέρυσι στη σχετική κατάταξη, και μετά η Τουρκία, η αύξηση των εξαγωγών ελληνικών προϊόντων (κατά 53,9%) προς την οποία, το 2021, οδήγησε στο να ανέλθει από την 6η στην 4η θέση. Η Βουλγαρία παρέμεινε στην ίδια θέση (5η) με το 2020, η Γαλλία στην 6η θέση, από 4η το 2020, οι ΗΠΑ και η Ρουμανία κατέλαβαν την 7η και 8η θέση, από την 9η και 10η αντίστοιχα.Την πρώτη δεκάδα των κυριότερων προορισμών των ελληνικών εξαγωγών συμπληρώνουν το Ηνωμένο Βασίλειο και η Ισπανία στην 9η και 10η θέση αντίστοιχα, υποχωρώντας και οι δύο χώρες κατά δύο θέσεις, παρά την αύξηση των εξαγωγών προς αυτές.
Πλην της πρώτης δεκάδας των χωρών-πελατών των ελληνικών προϊόντων για το 2021, αξίζει να σημειωθεί η άνοδος στην κατάταξη του Λιβάνου κατά 79,1% (11η θέση από 13η) σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2020, της Νότιας Κορέας κατά 175,6% (13η θέση από 24η), της Σαουδικής Αραβίας κατά 105,2% (19η θέση από 26η),της Τυνησίας κατά 178% (22η θέση από 37η) και της Σιγκαπούρης κατά 228,2%(29η θέση από 46η).
Αξίζει να σημειωθεί πως στην πρώτη 30άδα των χωρών-πελατών των ελληνικών προϊόντων για το 2021 υπάρχουν αυξήσεις εξαγωγών προς όλες τις χώρες πλην μόνον δύο χωρών, της Κίνας κατά -16,7% (17η θέση από 11η) και της Αιγύπτου κατά -11,8% (24η θέση από 18η).
Σε επίπεδο προϊοντικών κατηγοριών θεαματικές επιδόσεις καταγράφουν τα πετρελαιοειδή, με πολύ μεγάλη αύξηση εξαγωγών (+67,2%), τα προϊόντα αλουμινίου (μεγάλες αυξήσεις σε επιμέρους κατηγορίες), το βαμβάκι (+72,6%), το σιτάρι (+142,1%), το φυσικό αέριο (+92,5%), το ελαιόλαδο (+12,8%).
Η Πρόεδρος του Πανελληνίου Συνδέσμου Εξαγωγέων,
Χριστίνα Σακελλαρίδη σχολιάζοντας τα παραπάνω δήλωσε
τα εξής: «Για ακόμη μία φορά οι ελληνικές εξαγωγές μπόρεσαν και
το 2021 και έκαναν τη διαφορά. Κόντρα στις αντιξοότητες
που δημιούργησαν στην παγκόσμια εφοδιαστική αλυσίδα
τα περιοριστικά μέτρα για την αντιμετώπιση της
πανδημίας πέτυχαν νέο ρεκόρ εξωστρέφειας. Καταλυτικό
ρόλο παίζουν η βελτίωση του επιχειρηματικού
περιβάλλοντος, μέσα από τις μεταρρυθμίσεις για την
καταπολέμηση της γραφειοκρατίας αλλά και το Εθνικό
Σχέδιο Εξωστρέφειας, το οποίο μέσα από συγκεκριμένες
δράσεις διευκολύνει το έργο των εξαγωγικών
επιχειρήσεων.
Ωστόσο, για μία ακόμη φορά βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μια νέα πρόκληση: τον πόλεμο στην Ουκρανία. Πρόκειται για μια δυσμενή εξέλιξη, η οποία ανατρέπει άρδην -για ακόμη μία φορά- τα δεδομένα και εντείνει την αβεβαιότητα. Αν και είναι νωρίς για να αποτιμηθεί ο αντίκτυπος, ωστόσο οι παρενέργειες που έχουν ήδη εμφανιστεί, με επίκεντρο την εκτόξευση των τιμών της
ενέργειας και των πρώτων υλών προμηνύουν επιδείνωση του παγκόσμιου εμπορίου.
Υπό αυτές τις συνθήκες παραμένει ζωτικής σημασίας να μην διασαλευθεί η ανταγωνιστικότητα των ελληνικών εξαγωγικών επιχειρήσεων. Δεν πρέπει επ’ ουδενί να υπονομευθεί η δυναμική
που έχουν αναπτύξει τα ελληνικά προϊόντα στις διεθνείς αγορές. Είναι κρίσιμο να στηριχθούν οι εγχώριες βιομηχανίες, προκειμένου να αντιμετωπίσουν την ενεργειακή κρίση, και παράλληλα να δοθούν κίνητρα, ώστε να τονωθεί η εγχώρια παραγωγή. Είναι ανάγκη να
αναστραφεί ή έστω να μετριαστεί το έλλειμμα στο εμπορικό ισοζύγιο. Μόνον έτσι θα οικοδομήσουμε μια πραγματικά ισχυρή οικονομία, η οποία θα αντέχει στους κραδασμούς της
παγκόσμιας οικονομίας. Οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης προσφέρουν μια μοναδική ευκαιρία για να κάνουμε το μεγάλο άλμα προς τα μπροστά».