Εκ πρώτης όψεως, η ρωσική οικονομία φαίνεται να αντιστέκεται στις κυρώσεις της Δύσης, καθώς εξακολουθεί να διασφαλίζει ημερήσια έσοδα της τάξεως του 1 δισ. δολαρίων από τις εξαγωγές του ενεργειακού κλάδου για να χρηματοδοτεί τον πόλεμο στην Ουκρανία. Η άνοδος του ρουβλιού στο υψηλό τετραετίας έναντι του δολαρίου καταδεικνύει, εξάλλου, την εξάρτηση της Ευρώπης στα ορυκτά καύσιμα της Ρωσίας και τη συναίνεση όλο και πιο πολλών εταιρειών να πληρώνουν υφιστάμενα συμβόλαια σε ρούβλια, όπως απαίτησε το Κρεμλίνο. Αξίζει να σημειωθεί ότι το Σάββατο, Γερμανία και Ιταλία φέρονται να έδωσαν το «πράσινο φως» σε εταιρείες τους, ώστε να πραγματοποιούν αγορές φυσικού αερίου χωρίς να υπάρχει εμπλοκή με τις κυρώσεις κατά της Ρωσίας. Σύμφωνα με το Reuters, που επικαλείται διπλωματικές πηγές, η κίνηση έγινε μετά από συζητήσεις με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Αν μη τι άλλο ο υπερτετραπλασιασμός των εισαγωγών πετρελαίου της Ιταλίας από τη Ρωσία αυτόν τον μήνα είναι μια επικύρωση των δυσκολιών της ΕΕ να αναπληρώσει επαρκείς προμήθειες ενέργειας από άλλου.
Με μια διεισδυτικότερη ματιά, όμως, διαπιστώνει κανείς πως οι φετινές προβλέψεις για ρεκόρ στο εμπορικό πλεόνασμα της Ρωσίας ναι μεν προκύπτουν από την αδιάλειπτη ζήτηση για φυσικό αέριο, πετρέλαιο και άνθρακα από τη χώρα, πλην όμως οι εισαγωγές έχουν βυθιστεί στα τάρταρα. Αν και η Ρωσία δεν δίνει πια στη δημοσιότητα τα μηνιαία στοιχεία από το εμπορικό της ισοζύγιο, η βρετανική έκδοση The Economist υπολογίζει από τις εμπορικές συναλλαγές με τους οκτώ μεγαλύτερους εμπορικούς εταίρους της πως οι εισαγωγές υποχώρησαν κατά 44% και οι εξαγωγές κατά 3% από τις 24 Φεβρουαρίου, δηλαδή από την έναρξη της εισβολής στην Ουκρανία, μέχρι τα μέσα Μάιου.
Έρευνα του Ματ Κλέιν στο blog «TheOvershoot», που βασίζεται σε στοιχεία του Μαρτίου καταλήγει στο συμπέρασμα πως οι εξαγωγές από δημοκρατικές χώρες προς τη Ρωσία συρρικνώθηκαν κατά 53% σε σχέση με φυσιολογικά επίπεδα. Πτώση, όμως, 45% καταγράφηκε επίσης στις εξαγωγές από χώρες με ουδέτερη ή φιλορωσική στάση μέσα στο ίδιο διάστημα. Είναι το αποτέλεσμα των δυτικών κυρώσεων, ιδίως στα συναλλαγματικά αποθέματα της κεντρικής τράπεζας, σε τεχνολογικό εξοπλισμό και στα μεγαλύτερα τραπεζικά ιδρύματα της χώρας, συμπεριλαμβανομένου του αποκλεισμού τραπεζών από το σύστημα συναλλαγών Swift.
Αυτή η πτώση των εισαγωγών αντανακλά, ουσιαστικά, την απομόνωση της χώρας από τον ανεπτυγμένο κόσμο και ως εκ τούτου τις ελλείψεις στην εσωτερική οικονομία. Όπως επισημαίνει σε σχετικό άρθρο ο Πωλ Κρούγκμαν, αρθρογράφος των New York Times και βραβευμένος με τον Νόμπελ Οικονομικών Επιστημών, «η Ρωσία, ουσιαστικά, βγάζει πολλά χρήματα πουλώντας πετρέλαιο και φυσικό αέριο, αλλά ανακαλύπτει πως είναι όλο και πιο δύσκολο να χρησιμοποιήσει αυτά τα χρήματα για να αποκτήσει όσα χρειάζεται, συμπεριλαμβανομένων, όπως φημολογείται, κρίσιμων εξαρτημάτων που χρησιμοποιούνται στην παραγωγή τανκς και άλλου στρατιωτικού εξοπλισμού».
Το διυλιστήριο της Lukoil στη Σικελία: Ένα από τα παράδοξα των δυτικών κυρώσεων
Οι εξαγωγές πετρελαίου από Ρωσία στην Ιταλία κινήθηκαν αυτόν τον μήνα στα 450.000 βαρέλια την ημέρα, δηλαδή ήταν τετραπλάσιες και πλέον από τον Φεβρουάριο, φθάνοντας στο υψηλότερο επίπεδο που έχει καταγραφεί από τον Φεβρουάριο του 2013, σύμφωνα με στοιχεία της εταιρείας αναλύσεων Kpler που παραθέτουν οι Financial Times. Με αυτά τα δεδομένα, η Ιταλία πρόκειται να ξεπεράσει την Ολλανδία στις εισαγωγές πετρελαίου από τη Ρωσία διά θαλάσσης. Τα δυο τρίτα των εισαγωγών αυτών καταλήγουν στην Αουγκούστα, ένα από τα μεγαλύτερα λιμάνια της Σικελίας που βρίσκεται κοντά στο διυλιστήριο ISAB της ρωσικής πετρελαϊκής Lukoil.
Αν και το διυλιστήριο αυτό συνεργάζονταν με διάφορους προμηθευτές, κάθε επαφή έχει διακοπεί λόγω των δυτικών κυρώσεων πλην της Lukoil, η οποία έχει διαφύγει από το ραντάρ της Δύσης μαζί με την Gazprom. «Μόνον το 30% του πετρελαίου στο ISAB προέρχονταν από τη Ρωσία προ των κυρώσεων και σήμερα φθάνει το 100% επειδή οι ιταλικές τράπεζες έχουν μπλοκάρει τις γραμμές πίστωσης και έτσι η Lukoil έγινε ο μοναδικός προμηθευτής της», εξηγεί ο Αλεξάντερ Τρίπολι, γενικός γραμματέας της εμπορικής ένωσης FEMCACISL.
Αναμφίβολα η απεξάρτηση της Ευρώπης από τον ενεργειακό κλάδο της Ρωσίας, όσο και αν είναι αναπόφευκτη, παραμένει περίπλοκο και ακανθώδες θέμα στην ΕΕ. Μέχρι να επιτευχθεί αυτό το δύσκολο εγχείρημα, το Κρεμλίνο θα εξασφαλίζει μια ροή εσόδων για τη ρωσική οικονομία, η οποία όμως θα χάνεται από το ραντάρ της Δύσης. Απομένει να εξακριβωθεί εάν τελικά «οι εισαγωγές και όχι εξαγωγές, είναι η ουσία του διεθνούς εμπορίου», όπως παρατηρεί ο Κρούγκμαν, και εάν μια ήττα της Ρωσίας έλθει από την οικονομική της απομόνωση και όχι μόνον στο μέτωπο που άνοιξε με την Ουκρανία.
/ www.powergame.gr