Σε μια εξέλιξη που επηρεάζει όχι μόνο την τοπική βιομηχανία αλλά και τη διεθνή στρατηγική πολλών εξαγωγικών επιχειρήσεων τροφίμων και ποτών, η Αρχή Προδιαγραφών Τροφίμων της Αυστραλίας και της Νέας Ζηλανδίας (FSANZ) ενέκρινε πρόσφατα μια σημαντική τροποποίηση στον Κώδικα Τροφίμων. Η τροποποίηση επιτρέπει τη χρήση ισχυρισμών όπως «χαμηλή σε ζάχαρη» ή «χωρίς ζάχαρη» σε αλκοολούχα ποτά με περιεκτικότητα σε αλκοόλ άνω του 1,15% κατά όγκο.
Πρόκειται για ένα ρυθμιστικό άνοιγμα που επαναπροσδιορίζει το τι μπορεί να ειπωθεί επισήμως για το αλκοόλ στη συσκευασία ή τη διαφήμιση —με προϋποθέσεις. Οι διατροφικοί ισχυρισμοί πρέπει να είναι ακριβείς και να μην παραπλανούν, ενώ απαγορεύεται η αναφορά σε συγκεκριμένα είδη σακχάρων, όπως η φρουκτόζη, ή άλλες μορφές υδατανθράκων όπως οι φυτικές ίνες. Η απόφαση έχει κοινοποιηθεί στους συναρμόδιους υπουργούς, οι οποίοι έχουν προθεσμία 60 ημερών για να ζητήσουν επανεξέταση. Αν δεν υπάρξει αντίρρηση, θα τεθεί σε ισχύ και θα δοθεί τριετής περίοδος προσαρμογής στη βιομηχανία.
Η ρύθμιση έρχεται σε μια εποχή αυξανόμενης ζήτησης για «διαφανή» προϊόντα, με τους καταναλωτές να δίνουν έμφαση στις διατροφικές ετικέτες. Παράλληλα, η αγορά των RTD (Ready To Drink) ποτών και των low-alcohol προϊόντων αναπτύσσεται ραγδαία, καθιστώντας τη διατροφική πληροφόρηση βασικό εργαλείο marketing και positioning. Σε αυτό το πλαίσιο, οι νέοι κανόνες δίνουν ένα επιπλέον εργαλείο στις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται ή στοχεύουν στην αυστραλιανή και νεοζηλανδική αγορά.
Ωστόσο, η απόφαση της FSANZ δεν πέρασε χωρίς αντιδράσεις. Οργανισμοί δημόσιας υγείας, όπως το Cancer Council Αυστραλίας, προειδοποιούν ότι τέτοιοι ισχυρισμοί μπορεί να ενισχύσουν την παραπλανητική αντίληψη ότι το αλκοόλ μπορεί να ενταχθεί στις «υγιεινές επιλογές», τη στιγμή που θεωρείται επιστημονικά τεκμηριωμένος καρκινογόνος παράγοντας. Το ζήτημα εδώ δεν είναι μόνο τεχνικό αλλά βαθιά πολιτισμικό: πού σταματά η πληροφόρηση και πού ξεκινά η εμπορική εκμετάλλευση;
Σε επίπεδο εξαγωγών, η αλλαγή αυτή δημιουργεί νέο πλαίσιο για τους παραγωγούς που θέλουν να τοποθετήσουν «χαμηλής ζάχαρης» αλκοολούχα ποτά στην αγορά της Αυστραλίας και της Νέας Ζηλανδίας. Η συμμόρφωση με τους αυστηρούς κανονισμούς, η ακριβής διατύπωση στις ετικέτες, αλλά και η κατανόηση του καταναλωτικού ψυχολογικού τοπίου είναι πλέον βασικά εργαλεία για την επιτυχή είσοδο σε αυτές τις αγορές.
Η υπόθεση αυτή επιβεβαιώνει για μία ακόμη φορά ότι η κανονιστική συμμόρφωση δεν είναι απλώς τεχνική υπόθεση, αλλά στρατηγικό ζήτημα για κάθε brand που θέλει να εξάγει τρόφιμα και ποτά παγκοσμίως. Σε έναν κόσμο όπου η νομοθεσία μεταβάλλεται με όλο και μεγαλύτερη ταχύτητα, η κατανόηση του τοπικού ρυθμιστικού πλαισίου είναι η νέα μορφή ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος.