Export Greek news

Εξαγωγές (ΚΕΠΕ): Πλεόνασμα ισοζυγίου από τις εξαγωγές σε οπωροκηπευτικά – έλλειμμα από προϊόντα κρέατος

Θετικό ήταν το πρόσημο για τις εξαγωγές των αγροδιατροφικών προϊόντων το 2023, με τα οπωροκηπευτικά να κυριαρχούν, ενώ ο κλάδος της κτηνοτροφίας υστερεί και παραμένει ασθενικός.

Σύμφωνα με την Ανάλυση Επικαιρότητας του ΚΕΠΕ, το ισοζύγιο είναι πλεονασματικό κατά 460 εκατ. ευρώ στον κλάδο πέρυσι των αγροτικών προϊόντων, καθώς οι εξαγωγές σημείωσαν άνοδο 9,5%, και έφτασαν στο ιστορικό υψηλό των 10,85 δισ. ευρώ. Την ίδια ώρα και οι εισαγωγές αν και ήταν ήταν αυξημένες κατά 1,8% επίσης κατέγραψαν ιστορικό υψηλό των 10,39 δισ. ευρώ.

Οπωροκηπευτικά, λάδι, καπνός, βαμβάκι, αλιεύματα και γαλακτοκομικά είναι τα προϊόντα τα οποία προσφέρουν πλεόνασμα στο εξωτερικό εμπόριο. Μάλιστα η δυναμική στις εξαγωγές που εμφάνισαν τα γαλακτοκομικά προϊόντα, τα κατέστησε πλεονασματικά (καθώς παραδοσιακά ήταν ελλειμματικά).

Όπως αναφέρει στην ανάλυση του το ΚΕΠΕ: η ελληνική οικονομία χρειάζεται γρήγορη αύξηση της παραγωγής αγαθών και κατ΄επέκταση των εξαγωγών της, εάν θέλει να ισχυροποιηθεί και θωρακιστεί έναντι μελλοντικών κλυδωνισμών και κρίσεων. Επισημαίνει μάλιστα πως με την επιστροφή των εξαγωγών αγροτικών προϊόντων σε θετικό ισοζύγιο, καταγράφεται πλεονασματικό εξωτερικό εμπόριο αγροδιατροφικών προϊόντων για τα έτη 2020, 2021, 2023, ενώ την ίδια στιγμή παρατηρείται έλλειψη δυναμικότητας των εξαγωγών όλων των υπολοίπων βιομηχανικών προϊόντων, εξαιρουμένων πέραν των αγροδιατροφικών και των ορυκτών καυσίμων (πετρελαιοειδή).

Η κάμψη των εξαγωγών προκαλεί προβληματισμό

Τα στοιχεία της Παγκόσμιας Τράπεζας για το 2022, δείχνουν ότι «είμαστε τελευταίοι στις κατά κεφαλήν εξαγωγές μεταξύ ευρωπαϊκών κρατών με παρόμοιο ή και μικρότερο πληθυσμό από εμάς, όπως είναι η Πορτογαλία, η Σουηδία, η Τσεχία, το Ισραήλ, η Αυστρία, η Ελβετία, η Ουγγαρία». Ακόμα σημειώνει πως χώρες που πέρασαν παρόμοια οικονομική κρίση με την Ελλάδα, (π.χ. η Πορτογαλία) έχουν αυξήσει τις εξαγωγές τους σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό από ό,τι το έχει πράξει η ελληνική οικονομία.

Σύμφωνα με το ΚΕΠΕ: «Το παραγωγικό υπόδειγμα της χώρας μετά την κρίση, που τόσο έχει συζητηθεί, η αλλαγή του, παραμένει σχετικά μεταβλητό. Οι άμεσες ξένες επενδύσεις οι οποίες αποτελούν πηγή παραγωγικών επιχειρήσεων, έχουν μεν σημειώσει άνοδο, αλλά παραμένουν σε πολύ χαμηλά επίπεδα για να μπορέσουν να δώσουν ώθηση στην παραγωγή και την εξαγωγή αγαθών. Εκτός αυτού, σημαντικό μέρος των ΑΞΕ κατευθύνεται σε μη αυστηρά παραγωγικούς κλάδους όπως η αγορά κινητών, οι τουριστικές επιχειρήσεις. Εκεί όπου χρειάζεται η ελληνική οικονομία ΑΞΕ είναι ο πρωτογενής και ιδιαίτερα ο δευτερογενής (βιομηχανία) τομέας, ο οποίος παραμένει ο μεγάλος ασθενής της οικονομίας».

 

Πρωταγωνιστούν τα οπωροκηπευτικά και το ελαιόλαδο

Η κυριαρχία των οπωροκηπευτικών είναι εμφανής, με το πλεόνασμα να φτάνει τα 2 δις ευρώ το 2023, σημειώνει στην έκθεση του το ΚΕΠΕ.

Ακολουθούν τα έλαια –κυρίως το ελαιόλαδο-, με σχεδόν διπλασιασμό του πλεονάσματος το 2023 (σε σχέση με το 2022), ωστόσο αυτή η άνοδος οφείλεται κυρίως σε καθαρά συγκυριακούς παράγοντες δηλαδή στην μεγάλη αύξηση της τιμής του ελαιολάδου, λόγω της χαμηλής παγκόσμιας παραγωγής.

Στην ομάδα των πλεονασματικών προϊόντων περιλαμβάνονται ο καπνός, το βαμβάκι, τα αλιεύματα και τα γαλακτοκομικά προϊόντα. Και θα πρέπει να σημειωθεί η συνεχόμενη και δυναμική αύξηση των εξαγωγών γαλακτοκομικών προϊόντων τα οποία, παραδοσιακά ελλειμματικά προϊόντα, κατέστησαν πλεονασματικά.

Σε ότι αφορά το ελαιόλαδο στη μελέτη του ΚΕΠΕ σημειώνεται πως δεν είναι θετική η η συγκυριακή άνοδος της τιμής, η οποία εξαρτάται από γεωπολιτικούς παράγοντες – πέραν δηλαδή του ελέγχου της ντόπιας παραγωγικής αλυσίδας – και η οποία μπορεί να εξανεμιστεί το επόμενο έτος.

Θετική είναι η άνοδος της τιμής που βασίζεται σε βελτίωσης της μεταποιητικής αλυσίδας, που είναι αποτέλεσμα αύξησης της προστιθέμενης αξίας του προϊόντος και που αντανακλά την υψηλή ποιότητα των οργανοληπτικών χαρακτηριστικών μέσω σειράς ενεργειών που βελτιώνουν την τυποποίηση, την εμφιάλωση και γενικά την όλη η αλυσίδα παραγωγής του ελαιολάδου. Ωστόσο αυτή η αξία χάνεται όταν το προϊόν εξάγεται χύδην ως πρώτη ύλη.

Ίδια είναι η εικόνα και στο βαμβάκι, σύμφωνα με το ΚΕΠΕ, διότι ενώ το προϊόν ως πρώτη ύλη έχει δυνατότητα να επιτύχει υψηλές τιμές στην παγκόσμια αγορά, η αξία αυτή χάνεται λόγω σοβαρών ελλείψεων στη διαχείρισή του από την έλλειψη συντονισμού και συνεργασίας μεταξύ των εμπλεκόμενων. Αλλά και τα αλιεύματα (κυρίως οι ιχθυοκαλλιέργειες) έχουν δυνατότητες περαιτέρω ανάπτυξης δεδομένης της μεγάλης ακτογραμμής της Ελλάδας και των ιδιαίτερα ευνοϊκών συνθηκών.

Σε ότι αφορά τώρα τα προϊόντα με ελλειμματικό ισοζύγιο, αφενός είναι περισσότερα και αφετέρου σημειώνουν και σταθερή αύξηση του ελλείμματος.

Για παράδειγμα τα προϊόντα κρέατος σημείωσαν νέα αύξηση στην αξία εισαγωγών τους κατά 11% -το μεγαλύτερο μέρος της οποίας οφείλεται στην αύξηση των τιμών-, και κατά 14% στο έλλειμμά τους, το οποίο ανήλθε σε 1,53 δις ευρώ (από 1,34 δισ. ευρώ το 2022).

Όμως η επιβάρυνση στο εμπορικό ισοζύγιο από τα προϊόντα κρέατος είναι ακόμα μεγαλύτερη –και «ροκανίζει» το πλεόνασμα από τα οπωροκηπευτικά- αν προστεθεί και το έλλειμμα στο εμπορικό ισοζύγιο ζωοτροφών, που είναι της τάξης των 600 εκατ ευρώ.

Στην μελέτη αναφέρεται πως ο κτηνοτροφικός κλάδος και δη η παραγωγή κρέατος, παραμένει ο ασθενής της ελληνικής γεωργίας. Ωστόσο μπορεί, με τις κατάλληλες πολιτικές, να αυξήσει την παραγωγή για εγχώρια κατανάλωση και άρα την υποκατάσταση των εισαγωγών ή για υψηλής ποιότητας προϊόντα εξαγωγικού προσανατολισμού. Για να μπορέσει να καταστεί βιώσιμο το πλεόνασμα στο αγροδιατροφικό εμπορικό ισοζύγιο και να μην εξαρτάται από τις συγκυρίες καλής παραγωγής κάποιων προϊόντων, είτε της πρόσκαιρης ανόδου των τιμών τους, είναι αναγκαίο να αυξηθεί η παραγωγή της κρεοπαραγωγού κτηνοτροφίας.

Σύμφωνα με το ΚΕΠΕ η έλλειψη συνεργασίας και συντονισμού εμπλεκομένων, αλλά και η έλλειψη υποδομών και κατάλληλων κινήτρων για ανάπτυξη της κτηνοτροφίας) υποσκάπτουν τη δυνατότητα του κλάδου να καταστεί βιώσιμα πλεονασματικός.